Τι
σημαίνουν τα γενναία προγράμματα επιδότησης, όπως αυτό των 750 δις που
ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θα εκδώσει ΕΚΤ. Γνωρίζουμε ότι από αυτούς
τους πόρους η χώρα μας θα πάρει 32 δις για να
ενισχυθούν κατ΄αρχή οι πληγέντες από την κρίση εργαζόμενοι και επιχειρήσεις. Το
μέγεθος ενίσχυσης είναι ένα επιπλέον ΕΣΠΑ. Αλλά έχει σημασία από πού θα
αντληθούν αυτοί οι πόροι; Ποιος θα είναι ο δανειστής και ποιος ο δανειζόμενος; Πώς
δανείζουν τα κράτη και οι τράπεζες χρήματα που δεν έχουν; Πως δημιουργείται
χρήμα εκ του μηδενός;
Ποια είναι η ουσιώδης
διαφορά όταν εκδίδεται χρήμα από τις τράπεζες και όχι το Κράτος. Όλα αυτά δεν
είναι ξεκάθαρα στο μέσο πολίτη και στο τέλος- τέλος πόσο μπορούμε να
πανηγυρίζουμε πως αυτή ήταν η καλύτερη επιλογή όταν υπάρχουν κι άλλες επιλογές
που δεν διογκώνουν το δημόσιο χρέος.
Γιατί ναι μεν στην
προκειμένη περίπτωση χρεώνεται η Ε.Ε. και όχι τόσο το κάθε κράτος ξεχωριστά,
αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι στο τέλος δεν θα πληρώσουν το χρέος οι
φορολογούμενοι πολίτες της Ε.ε.
Ας δούμε πρώτα τα νέα δεδομένα: Οι ΗΠΑ έχουν
ανακοινώσει ότι θα διαθέσουν 2,3 τρισ., αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να
ρίξουν κι άλλα 4 τρίς αν το απαιτήσουν οι περιστάσεις της πανδημίας. Για την
Ευρώπη θεωρείται ότι η ΕΚΤ μπορεί να φτάσει στα 2 τρις. Η Μεγάλη Βρετανία έχει
αποφασίσει να κόψει χρήμα σε φυσική μορφή και να το ρίξει στην αγορά, ενώ
πρόσθετο χρήμα αναμένεται να κυκλοφορήσει από χώρες όπως ο Καναδάς, η Ιαπωνία,
η Ελβετία, ή και η Αυστραλία.
Όλα αυτά αθροιστικά μπορεί
να φθάσουν 15 τρισ., αν λάβουμε υπόψη ότι τα τελευταία 12 χρόνια που έχουν
διατεθεί άλλα 15 τρις περίπου για την κρίση του 2008 τότε «πέτσινο» χρήμα
φθάνει τα 30 τρισ. για την αναστήλωση των οικονομιών. Και αυτό βέβαια είναι
καθ’ υπέρβαση των πραγματικών οικονομικών δυνατοτήτων των χωρών που σημαίνει ότι
μετατίθεται το πρόβλημα για το μέλλον.
Βέβαια, υπάρχει ένα
ιστορικό προηγούμενο το γνωστό σε όλους «σχέδιο Μάρσαλ» μετά το δεύτερο
παγκόσμιο πόλεμο. Πολύ μιλούν για κάτι ανάλογο αλλά δεν πρόκειται για την ίδια
πολιτική. Σε εκείνο το τεράστιο για την εποχή πακέτο το Αμερικάνικο Κράτος
τύπωσε και μοίρασε «πέτσινο» χρήμα για την ανοικοδόμηση, χωρίς να δανειστεί και
να μετακυλήσει το χρέος στους φορολογούμενους. Στη σημερινή επιλογή δεν υπάρχει
ανάλογο κόψιμο χρήματος σε φυσική μορφή, που είναι μια κεϊνσιανή πολιτική
πρακτική αναδιανομής του εισοδήματος με μόχλευση της ζήτησης στην αγορά
εργασίας. Ούτε θα μπορούσαμε να την πούμε μονεταριστική όπως γινόταν τα
τελευταία 40 χρόνια που οι τράπεζες είχαν το πάνω χέρι στην προσφορά χρήματος
με δάνεια και μόχλευση της κατανάλωσης, έχοντας ουσιαστικά και το εκδοτικό
προνόμιο του χρήματος.
Η τωρινή επιλογή που
επεβλήθη από τις συνθήκες «ανάγκα και οι θεοί πείθονται» είναι μια
μεσοβέζικη πολιτική με στοιχεία και από τις δυο οικονομικές σχολές. Στη
προκειμένη περίπτωση η κεντρική Τράπεζα είναι αναγκασμένη να δανείσει μια
υπερκρατική οντότητα όπως Ε.Ε και εκείνη με τη σειρά της να ενισχύσει
επιδοματικά τις οικονομίες των χωρών. Από αυτό το πακέτο δεν θα δανείσει τις
εμπορικές τράπεζες να κάνουν ότι θέλουν και να βάλουν υψηλά επιτόκια, όπως
έκαναν με το μονεταρισμό ώστε να επωφεληθεί μόνο το Κεφάλαιο. Θα επωφεληθούν
και οι λαϊκές τάξεις. Τελικά οι συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης δεν απέφυγαν
επί της ουσίας το Ευρωομόλογο. Αυτό που παραμένει ως ερώτημα είναι ποιος θα
πληρώσει το νέο χρέος το οποίο επιπλέον θα διογκωθεί σε σχέση με τα ήδη
υπερχρεωμένα κράτη. Η σύμβαση προβλέπει ότι θα αποπληρωθεί από φόρους που θα
επιβληθούν για τα επόμενα 30 έως 50 έτη. Δηλαδή οι επόμενες γενιές. Κι αυτό
βεβαίως για να μην επιβαρυνθεί η σημερινή οικονομική ολιγαρχία των πολυεθνικών
και των μεγιστάνων η οποία τελικά πέρα από την υγειονομική κρίση είναι και
υπαίτια της παγκόσμιας φτωχοποίησης και ανεργίας. Είναι ενδεικτικό ότι από την
κρίση του 2008, δεν φαίνεται ακόμη να έχει ισοσκελιστεί το χρέος από την
πραγματική οικονομική ανάπτυξη. Καθώς μόνο ένα τμήμα του κατευθύνθηκε προς την
πραγματική οικονομία, το υπόλοιπο βρήκε βαθμιαία «διέξοδο» σε μετοχές, ομόλογα
και ακίνητα. Φουσκώνοντας τις τιμές τις τιμές για τον καταναλωτή.
Σε αυτή τη συγκυρία παρά
τις διορθωτικές κινήσεις που επιχειρούν τα μέτρα για την αντιμετώπιση της
κρίσης, το μέλλον είναι ζοφερό και αβέβαιο εάν συνεχίζουν να φορτώνουν τα βάρη
στις επόμενες γενεές. Η διόγκωση του παγκόσμιου δημόσιου και ιδιωτικού χρέους
και η συγκέντρωση των χρηματικών πόρων ολοένα και σε πιο λίγους θα είναι η
αιτία ενός «φαύλου κύκλου» που διογκώνει και σκάει λογής-λογής «φούσκες».
Αν δούμε πως λειτούργησε για 40 χρόνια η επέλαση του μονεταρισμού
(ουδετερότητα της έκδοσης χρήματος από το κράτος) με την επικάλυψη της
νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας θα καταλάβουμε και τη συνέχεια. Οι πολιτικές ηγεσίες
επέτρεψαν σε ιδιώτες/κατόχους τραπεζών να δημιουργούν νέο χρήμα απ το πουθενά,
από αέρα κυριολεκτικά. Έτσι σήμερα το 90% των νέων χρημάτων,
δημιουργούνται απ τις ιδιωτικές εμπορικές τράπεζες, μ΄ αυτό τον τρόπο. Στα
δάνεια επιβάλλουν τόκο πάνω στο σύνολο των (αερο)χρημάτων που δανείζουν και όχι
πάνω στα πραγματικά χρήματα που κατέχει η τράπεζα, φτάνοντας την τοκογλυφία σε
απίστευτα ύψη.
Χάρη στον τραπεζικό δανεισμό, σημειώνει σε άρθρο του ο Γιώργος
Παπανικολάου, τα κερδοσκοπικά κεφάλαια επωφελούνται από μια γιγάντια πιστωτική
μόχλευση, που ενισχύει τη δράση τους. Επινόησαν τα περίφημα παράγωγα
χρηματοοικονομικά προϊόντα, που επιτρέπουν στους κερδοσκόπους να τζογάρουν/στοιχηματίζουν
(κάνουν “προβλέψεις” ή “συναλλαγματικές καλύψεις κινδύνου”, όπως το λένε αυτοί)
πχ για το αν θα χρεοκοπήσει μια χώρα ή όχι (γενικά αν θ ανέβει ή θα πέσει η
τιμή μιας μετοχής ή ενός δείκτη) και στη βάση αυτή να κερδίζουν απίστευτα και
αδιανόητα ποσά. Σήμερα η αγορά παραγώγων υπολογίζεται ότι ξεπερνά δεκάδες φορές
την αξία της πραγματικής οικονομίας, δηλαδή έχει δημιουργηθεί μια τεράστια
φούσκα από (αερο)χρήματα.
Το «ΧΡΗΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΥΘΕΝΑ»
με δανεικά από το μέλλον που θα πληρώσουν οι επόμενες γενεές με αυξημένη
φορολογία, δεν είναι καθόλου αθώα υπόθεση. Μακροπρόθεσμα δεν λύνει το πρόβλημα,
δεν αμβλύνει τις ανισότητες και εγκυμονεί νέες «φούσκες» για το μέλλον.
Αντίθετα, η έκδοση νέου
χρήματος από το πουθενά, που θα αντιστοιχεί με το ποσοστό της προβλεπόμενης
ύφεσης και το οποίο θα δοθεί στους πληγέντες εργαζόμενους και μικρομεσαίες
επιχειρήσεις, δημιουργώντας ένα πληθωρισμό του 5% έως 10% είναι πιο δίκαια
λύση. Το κεφάλαιο με αυτή την επιλογή θα χάσει π.χ ένα 10% της αξίας του αλλά
θα πάρει μπρος η πραγματική οικονομία. Παράλληλα, θα έχουμε για πρώτη φορά μετά
από μισό αιώνα αισθητή μείωση των ανισοτήτων. Αυτό άλλωστε έγινε ιστορικά με το
«σχέδιο Μάρσαλ» και την κεϊνσιανική πολιτική. Κάτι ανάλογο θα πρέπει να γίνει
και τώρα για να μη πληρώσουν τις αμαρτίες και το τίμημα της απληστίας του
Κεφαλαίου οι επόμενες γενιές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου