Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ



Ο όρος <<καπιταλισμός>>, παρά την κατάληξη της λέξης σε –ισμός, δεν υποδηλώνει κάποια ιδεολογία ή κάποιο θεωρητικό σύστημα. Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 19ο αιώνα από Γάλλους σοσιαλιστές όπως ο Προυντόν, ο Πιερ Λερού και ο Μπλανκί, οι οποίοι περιέγραφαν έτσι το οικονομικό και κοινωνικό σύστημα της εποχής  τους, και που ήθελαν να αντικαταστήσουν, αργά ή γρήγορα, από τον <<σοσιαλισμό>>. Σημειώνουμε πως ούτε ο Έγελος αλλά ούτε και ο Μαρξ χρησιμοποίησαν ακριβώς αυτόν τον όρο: μιλούσαν για <<καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής>> και για <<αστική οικονομία>>δυο εκφράσεις που ήταν ταυτόσημες. Πολύ σύντομα, μέσα από τα γραπτά διαφόρων θεωρητικών, ο νεολογισμός απέκτησε αρνητικές συνδηλώσεις και συνδέθηκε με τις έννοιες της αδικίας και της εκμετάλλευσης, στο βαθμό που φιλελεύθεροι συγγραφείς πολλές φορές χρησιμοποίησαν αντί για τον όρο <<καπιταλισμός>> άλλες εκφράσεις που θεώρησαν πιο ουδέτερες, όπως <<οικονομία ελεύθερης επιχειρηματικότητας>> ή <<οικονομία της αγοράς>>.

Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα και χάρη σε ιστορικούς όπως ο Βέρνερ Σόμπαρτ στη Γερμανία και ο Ανρί Οζέρ στη Γαλλία, κοινωνιολόγους όπως ο Μαξ Βέμπερ και οικονομολόγους όπως ο Σουμπέτερ, ο όρος θα αποκτήσει επιτέλους ακαδημαϊκό κύρος και θα απαλλαχθεί από το κλίμα έντονης πολεμικής που σκίαζε τη μελέτη του και που, όπως παρατήρησε ο Φρανσουά Περού, τον καθιστούσε <<έννοια πολέμου>>.
Είναι σημαντικό, ωστόσο, να σταθούμε λίγο ακόμη στον ίδιο τον όρο <<καπιταλισμός>>. Ήδη από το 18ο αιώνα, η λέξη <<καπιταλιστής>> σήμαινε τον κάτοχο κεφαλαίων στην ιδιότητα του ως επενδυτή. Ο όρος συναντάται συχνά σε αγγλόφωνους συγγραφείς όπως ο Άνταμ Σμιθ (1723-1790) ή γαλλόφωνους όπως ο Τιργκό (1727-1781), ο οποίος το1766 αποκαλούσε τους διευθυντές επιχειρήσεων <<καπιταλιστές επιχειρηματίες στην γεωργία>>(ήταν οι γαιοκτήμονες) ή  <<καπιταλιστές επιχειρηματίες στη βιομηχανία>> (όσοι ήταν διευθυντές μη αγροτικών επιχειρήσεων).
Κατά συνέπεια, ο καπιταλισμός οριζόταν ως κοινωνικοοικονομικό σύστημα στο οποίο κυριαρχούσε η εμβληματική φιγούρα του καπιταλιστή. Τέτοιος θεωρούταν κάποιος ιδιοκτήτης κεφαλαίων ο οποίος προσπαθούσε να τα πολλαπλασιάσει, είτε επενδύοντας τα είτε αξιοποιώντας τα εντός της επιχείρησής του. Αυτός ο ορισμός προϋποθέτει σαφή διάκριση ανάμεσα στους κατόχους των κεφαλαίων (τους καπιταλιστές) και τους μισθωτούς, οι οποίοι έχουν μόνο τα χέρια τους.
Ο Φρανσουά Κενέ (1694-1774) περιέγραφε τους γαιοκτήμονες ως <<κατόχους σημαντικών κεφαλαίων>>. Μετά από αυτό, συγγραφείς όπως ο Άνταμ Σμιθ επιδόθηκαν στην μελέτη του πλουτισμού των εθνών, δηλαδή της οικονομικής ανάπτυξης, και έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στο ρόλο που έπαιζε το κεφάλαιο και η συσσώρευσή του.
Γενικά δέχονταν ότι η συσσώρευση αυτή, που σήμερα ονομάζουμε επένδυση ή σχηματισμό κεφαλαίου, πραγματοποιούταν από ιδιώτες ή από επιχειρηματίες οι οποίοι ήθελαν να αποκομίσουν κέρδος. Σκοπός αυτών δεν ήταν μόνο η κάλυψη του κόστους παραγωγής κέρδους, το οποίο θα επένδυαν ξανά επιτρέποντας στην επιχείρηση να αναπτυχθεί, σύμφωνα με το βασικό νόμο της ανάπτυξης που είναι ο ανατοκισμός. Αν μεταφέρουμε το σκεπτικό αυτό στην κλίμακα ενός ολόκληρου έθνους, η οικονομία μιας καπιταλιστικής χώρας μπορεί να ιδωθεί σαν ένα σύστημα που στοχεύει στην αύξηση του πλούτου  μέσω της συσσώρευσής του. Με άλλα λόγια, η έννοια του στάσιμου κράτους είναι ξένη στον καπιταλισμό.
Ας διευκρινίσουμε πρώτα πως ακριβώς εννοούμε τον καπιταλισμό, κάτι που θα μας βοηθήσει να σκιαγραφήσουμε καλύτερα το αντικείμενο της παρούσας μελέτης. Έχουν δοθεί πολλοί ορισμοί, εμείς όμως θα προτιμήσουμε αυτόν του Σουμπέτερ (1883-1950): ο καπιταλισμός χαρακτηρίζεται από την ιδιοποίηση των μέσων παραγωγής, από τον συντονισμό των αποφάσεων χάρη στις συναλλαγές, δηλαδή την αγορά, και τέλος από τη συσσώρευση κεφαλαίου χάρη στη διαμεσολάβηση πιστωτικών οργανισμών, μέσω δηλαδή της πίστωσης, Αυτός ορισμός παρουσιάζει τον καπιταλισμό στους αντίποδες του σοσιαλισμού, εξηγώντας έτσι τη μεγάλη διαμάχη ανάμεσα στα δύο συστήματα. Πράγματι, ο Σουμπέτερ προτείνει έναν διαμετρικά αντίθετο ορισμό του σοσιαλισμού: είναι ένα σύστημα που το χαρακτηρίζει η συλλογική οικειοποίηση των μέσων παραγωγής. Ο συντονισμός των αποφάσεων και ο ρυθμός συσσώρευσης των κεφαλαίων καθορίζονται από ένα σύνολο αριθμητικών προσταγών, το Σχέδιο, που παίρνουν τη θέση της αγοράς .
Ωστόσο οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν θα ασχοληθούμε εδώ με τον <<κομμουνισμό>>. Αυτό είναι ένα θεωρητικό σύστημα το οποίο, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου του Μαρξ στην Κριτική του προγράμματος της Γκότα(1875), απαντά στο πρόσταγμα: <<Απ’ τον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του>>. Η πραγμάτωσή του έμοιαζε μακρινή επειδή προϋπόθετε έναν τόσο υψηλό βαθμό ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων που η σπανιότητα θα καταργούταν και οι άνθρωποι θα αποκτούσαν άμεση και δωρεάν πρόσβαση σε όλα όσα έχουν ανάγκη, χωρίς καν να χρειάζονται χρήματα. Οι Ρώσοι, μετά την τραυματική εμπειρία του <<εμπόλεμου κομμουνισμού>> (1918-1921), ήρθαν αντιμέτωποι με την πραγματικότητα: ο κομμουνισμός ήταν ένα ιδεώδες που δεν μπορούσε να υλοποιηθεί άμεσα. Ήταν απαραίτητη λοιπόν μια μακροχρόνια μεταβατική περίοδος κατά την οποία ίσχυε το πρόσταγμα: << Απ’ τον καθένα ανάλογα με τις δυνατότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του>>.
<<Σοσιαλισμός>> ήταν το όνομα που οι ίδιοι οι Ρώσοι έδωσαν στο εν λόγω μεταβατικό καθεστώς. Αυτό το σύστημα ίσχυε στην Σοβιετική Ένωση και στις διάφορες χώρες του <<ανατολικού μπλοκ>> μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980, ακόμη και όταν το μοναδικό κόμμα έφερε την ονομασία <<Κομμουνιστικό κόμμα>>. Ο ορισμός του Σουμπετερ για τον σοσιαλισμό αρμόζει στην εντέλεια. Στην αρχή της δεκαετίας του 1980, οι ειδικοί, κατόπιν πρότασης του ίδιου του Λεονίντ Μπρέζνιεφ, αποκαλούσαν τις χώρες αυτές του <<υπαρκτού σοσιαλισμού>>.
Θα παρατηρήσουμε, ακόμη, ότι το καθεστώς των χωρών όπου επικράτησε η <<σοσιαλδημοκρατία>> (πολλά κράτη της Δυτικής και της Βόρειας Ευρώπης, με βασικό εκπρόσωπο τη Γαλλία), δεν είναι παρά μια εκδοχή του καπιταλισμού, συμπεριλαμβανομένων και των περιπτώσεων όπου το άρχον κόμμα αυτοαποκαλείται <<σοσιαλιστικό>>.
Η μελέτη θα αρχίσει με μια ιστορική ανασκόπηση της γένεσης και της ανάπτυξης του καπιταλισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου